Η ιστορία του ελληνικού περίπτερου «αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία»

Η ιστορία του ελληνικού περίπτερου «αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία»

Το περίπτερο με την μορφή που έχει στην χώρα μας αποτελεί και παγκόσμια πρωτοτυπία για δεκαετίες είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την ελληνική καθημερινότητα.

Ήταν κάπου στον 19ο αιώνα στο Ναύπλιο το 1889 «πρώτη πρωτεύουσα του σύγχρονου ελληνικού κράτους», άνοιξε το πρώτο περίπτερο όταν το Ελληνικό κράτος ψάχνοντας τρόπο για να βοηθήσει όλους όσους πολέμησαν για την πατρίδα κυρίως  στους ανάπηρους πολέμου, αποφασίζει να δώσει κάποιες άδειες πώλησης καθημερινών προϊόντων.

Η ιστορία του ελληνικού περίπτερου «αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία»

Οι ρίζες των περιπτέρων βρίσκονται στα μικρά καπνοπωλεία που εμφανίζονται μετά την απελευθέρωση στο Ναύπλιο και στη συνέχεια στην Αθήνα. Στα περίπτερα συγκεκριμένα δόθηκε αποκλειστικό δικαίωμα πώλησης καπνοβιομηχανικών προϊόντων, κάτι που λειτούργησε στην αρχή ως φοροεισπρακτικός μηχανισμός για να εξασφαλίζει το κράτος έσοδα από την πώληση του καπνού. Πριν από την εμφάνισή τους, χύμα τσιγάρα και καπνό πωλούσαν πλανόδιοι που δεν μπορούσαν να ελεγχθούν αποτελεσματικά.

Στην Αθήνα το πρώτο περίπτερο εμφανίστηκε το 1911 στην οδό Πανεπιστημίου και το 1914 αποφασίζεται πως όλα τα περίπτερα θα έχουν ομοιόμορφη εικόνα. Ήταν κίτρινου χρώματος, 0,70×0,70 μέτρα, ξύλινα, με μια τέντα γύρω από την κατασκευή για σκιά. Γρήγορα αρχίζουν να βρίσκονται σε όλη την χώρα .

Η ιστορία του ελληνικού περίπτερου «αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία»

Όλα τα περίπτερα της χώρας παραχωρούνται στην «Πανελλήνιον Ένωσιν Τραυματιών Πολέμου 1912-1921» από το υπουργείο Περιθάλψεως. Τα περίπτερα δεν μπορούν να πωληθούν, να μεταβιβαστούν, να υποθηκευτούν ή να υπομισθωθούν. Μετά τον θάνατο του δικαιούχου παραχωρούνται για πέντε έτη στα παιδιά ή στη γυναίκα του. Το ποσό μισθώσεως ξεκινούσε από τις 20 δραχμές και έφτανε μέχρι τις 250. Τα έσοδα αυτά πήγαιναν στο ειδικό «Ταμείο προικοδοτήσεως θυγατέρων και τραυματιών πολέμου».

Οι άδειες περιπτέρων στο μέλλον συνέχισαν να δίνονται σε ανθρώπους με προβλήματα υγείας, σε όλη την χώρα  για να τους παρέχεται κάποιος τρόπος να δουλέψουν. Ίδιος μετά τον καταστροφικό για την Ελλάδα πόλεμο με την Τουρκία, τα περίπτερα αρχίζουν να πληθαίνουν.

Η ιστορία του ελληνικού περίπτερου «αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία»

Από το 1940 στα περίπτερα αρχίζουν να πωλούνται ζαχαρώδη, αναψυκτικά και γκαζόζες, τσίχλες και σοκολάτες. Τις δεκαετίες του 1950 και 1960 που οι Έλληνες άρχισαν να μεταναστεύουν εσωτερικά σε μεγάλους αριθμούς, το περίπτερο ήταν ο χώρος που μπορούσαν να κάνουν ένα τηλεφώνημα στους δικούς τους ανθρώπους στα χωριά.

Το 1970 το περίπτερο μεγαλώνει και γίνεται 1,30×1,50, ενώ πλέον βρίσκεις και κρύα αναψυκτικά, αλλά και παγωτά. Το 2012 απελευθερώνονται οι άδειες περιπτέρων, με το 70% να ανήκει στον δήμο και το 30% σε άτομα με αναπηρίες και πολύτεκνες οικογένειες, ενώ ο νέος νόμος προβλέπει πως οι υφιστάμενες άδειες δεν μεταβιβάζονται ούτε κληροδοτούνται.

Η ιστορία του ελληνικού περίπτερου «αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία»

Κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου στα περίπτερα πωλούνταν μόνο εφημερίδες, χύμα τσιγάρα και κάποια υποτυπώδη ζαχαρώδη προϊόντα. Το 1940 ξεκίνησε η πώληση «ζαχαρωδών» , αναψυκτικών , φύλλων τσίχλας με γεύση δυόσμο και έπειτα σοκολάτας. Το 1950 Αυτήν τη δεκαετία εγκαθίστανται τηλέφωνα στα περίπτερα. Ενώ το 1970 οι διαστάσεις είχαν μεγαλώσει (1,30×1,50 μ.), ενώ είχαν εγκατασταθεί ρολά και ψυγεία.

Από το 1980 αρχίζει να επιτρέπεται και σε ανάπηρους του άμαχου πληθυσμού, π.χ. άνθρωποι που τραυματίστηκαν από νάρκες, να αποκτήσουν άδεια περιπτέρου. Το 2006 οι διαστάσεις των περιπτέρων αυξήθηκαν κατά 20 πόντους. Οι καινούργιες είναι 1,50×1,70. Το εμβαδόν είναι 2,55 τ.μ. Επίσης το  2007 δίνεται άδεια και σε βετεράνους του πολέμου στην Κύπρο και σε άτομα με σοβαρή αναπηρία.

Η ιστορία του ελληνικού περίπτερου «αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία»

Εκείνη την εποχή ο Δήμος Αθηναίων επιτρέπει στα περίπτερα να καλύψουν με ρολά χώρο 4,25 τ.μ. και επιπλέον χώρο μέχρι τα 6,35 τ.μ. για δύο ψυγεία με την πληρωμή τέλους κατάληψης κοινόχρηστου χώρου.

Το 2012 υπουργείο Άμυνας αποφάσισε την απελευθέρωση των αδειών, εκχωρώντας το 70% των περιπτέρων στους δήμους και το 30% σε άτομα με ειδικές ανάγκες και πολύτεκνους με βάση εισοδηματικά κριτήρια. Ο νόμος 4046/2012 προβλέπει ότι οι υφιστάμενες άδειες περιπτέρων διατηρούνται σε ισχύ, αλλά δεν μεταβιβάζονται, ούτε κληρονομούνται. Τα τελευταία χρόνια και με την έλευση της οικονομικής κρίσης πολλά περίπτερα έκλεισαν, ενώ εκείνα που επιβιώνουν ακόμα, αναγκάστηκαν να προσαρμοστούν και να αλλάξουν χαρακτήρα ή ακόμα να αλλάξουν μορφή, προκειμένου να μπορέσουν να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες.

Η ιστορία του ελληνικού περίπτερου «αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία»

Ο τζίρος από τις εφημερίδες, τα τσιγάρα, τα παγωτά, τα αναψυκτικά ήταν ικανοποιητικός, στα χρόνια προ οικονομικής κρίσης και οι καταναλωτές έβρισκαν τα πάντα σε αυτά τα μικρά κουβούκλια που αποτέλεσαν για δεκαετίες έναν θρίαμβο της μικροεπιχειρηματικότητας, και κάλυπταν τις οικονομικές τους ανάγκες.

Ωστόσο, η οικονομική κρίση χτύπησε και τον συγκεκριμένο κλάδο και η σκληρή δεκαετία της κρίσης, η πανδημία με το κλείσιμο της εστίασης (αφού ο κόσμος σταμάτησε να ψωνίζει) αλλά και οι συνθήκες ζωής γονάτισαν τους περιπτεριούχους, που είδαν τον τζίρο τους να σημειώνει βουτιά. Επίσης, οι αλυσίδες μίνι μάρκετ οι οποίες κερδίζουν διαρκώς μερίδια αγοράς, συντελούν στον αφανισμό από τον επιχειρηματικό χάρτη των περιπτέρων.

Η ιστορία του ελληνικού περίπτερου «αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία»

Πανελλήνια Ομοσπονδία Περιπτέρων

Τα στοιχεία της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Περιπτέρων αποδεικνύουν του λόγου το αληθές. Το 2010 μετρούσαμε 11.000 περίπτερα σε όλη την Ελλάδα και πλέον έχουν μείνει λιγότερα από τα μισά (κάτω από 5.000) ενώ στην Αθήνα υπάρχουν 450 από τα 1.200 που ήταν πριν από την οικονομική κρίση. Στη Θεσσαλονίκη δε, η κατάσταση είναι χειρότερη. Από 3.000 που ήταν το 2010, σήμερα τα περίπτερα δεν ξεπερνούν τα 700 και στην Πάτρα, έχουν απομείνει μόλις 117 περίπτερα, από 332 μια δεκαετία πριν.

Μόνες εξαιρέσεις φαίνεται να είναι, προς το παρόν τουλάχιστον, τα περίπτερα σε γειτονιές με πυκνή κατοίκηση, τα οποία φαίνεται ακόμη να αντέχουν.

Η αρχή του τέλους φαίνεται να ξεκίνησε μετά το 2012, όταν η τρόικα έβαλε στο κάδρο τα περίπτερα με την αλλαγή της αρμοδιότητας χορήγησης αδειών. Κάθε περιπτερούχος που βγαίνει στη σύνταξη ή πεθαίνει συνεπάγεται και το κλείσιμο της επιχείρησης, αφού η άδεια δεν θα μπορεί να μεταβιβαστεί. Σημαντικό είναι πως  πλέον οι Δήμοι είναι αυτοί που έχουν πια τη θεσμική -για την αδειοδότηση- και χωροταξική αρμοδιότητα.

Η ιστορία του ελληνικού περίπτερου «αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία»

 

Κατά την Ομοσπονδία, χαριστική βολή ήταν τα POS αφού η χρήση τους καθίσταται πλέον υποχρεωτική και στα περίπτερα. Γιατί; Μειώνουν το περιθώριο κέρδους σε επίπεδο ζημίας για τα βασικά είδη που εμπορεύονται οι περιπτεριούχοι (τσιγάρα, εφημερίδες, κάρτες, ψιλικά) λόγω της υποχρεωτικής προμήθειας που επιβάλλουν οι τράπεζες για τη χρήση του POS επί του τζίρου. Με τη χρήση των POS, όπως επισημαίνουν στην «Κυριακάτικη Α» άνθρωποι του κλάδου, οι περιπτεριούχοι επωμίζονται το κόστος των συναλλαγών και της μηνιαίας συντήρησης που για κάθε συναλλαγή ανέρχεται σε 0,05 ευρώ, επομένως χάνουν το 50% του κέρδους τους από την πώληση των καπνικών προϊόντων.